χορῶν, τῶν
Ερμηνεία:
[γενική πληθυντικού του ουσιαστικού χορός, τοῦ χοροῦ, οἱ χοροί]
Ετυμολογία:
[αβέβαιης ετυμολογίας. (Ομηρ.) ὁ χορός (ο τόπος που περιλαμβάνει τους χορευτές, το άθροισμα των χορευτών, η ενέργεια του να χορεύεις) , Καινή Διαθήκη]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
...... καὶ ὡς ἐξ ὀργίων καὶ φραγκικῶν χορῶν ἐξερχόμενα, εἰς τὸ ὄμμα τοῦ Κριτοῦ, τοῦ ...
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|